Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2016

Λάμπες και λυχνάρια


Τα βράδυα φωτίζαμε το σπίτι μας με λάμπες πετρελαίου. Το μαγεριό μας για να γλυτώνουμε τον καπνό ήταν εκτός σπιτιού στην αυλή μας. Τα κατσαρολικά και τα τηγάνια μας κρεμασμένα στους τοίχους στην αράδα κατάμαυρα απέξω από τη γάνα μα λαμπερά και πεντακάθαρα από μέσα. Στουβιές για προσάναμμα, λιανόξυλα, σκίζες κομμένες με το τσεκούρι από τον πατέρα από μυρωδάτους κορμούς ελιάς. Το μαγεριό μας το φωτίζαμε με το λύχνο μας με καθαρό λάδι. Κάθε μέρα η μάνα καθάριζε σχολαστικά τα λαμπόγιαλα για να φέγγουν καλά και έφτιαχνε περίτεχνο στρυφτό φυτίλι για το λύχνο μας. Βέβαια το πρωί βρίσκαμε το λύχνο χωρίς φυτίλι γιατί το κλέβανε οι ποντικοί πού όσο και να βουλώναμε τις τρύπες αυτοί καταφέρνανε να τρυπώνουν. Η εκ πατρός Νόνα μου έμενε μαζί μας. Το μικρό της καμαράκι ήταν δίπλα στο δικό μου. Άκουγα την ανάσα της μα και τις αναπόφευκτες λόγω ηλικίας κλανιές της. Πάνω από το κρεβάτι της είχε κρεμασμένους ένα παπόρο Αγίους σερνικούς και θηλυκούς και σε όλους είχε δώσει ειδικότητες σύμφωνα με τις ανάγκες της. Άγιος για τον γιό της Παναγή μόνο και έρημο στην Αυστραλία, Άγιο για τα ζωντανά μας, Άγιο για τα αμπέλια μας και πάει λέγοντας. Κάθε βράδυ λοιπόν όρθια και με ύφος παιδιού που απαγγέλει σε σχολική γιορτή έκανε την προσευχή της που κρατούσε σχεδόν μισή ώρα. Για τον εαυτό της είχε τους Αγίους Αναργύρους με τους οποίους έκλεινε ως εξής. <<Άγιοι μου Ανάργυροι πρώτοι γιατροί του κόσμου γιατρέψτε μου το στομάχι μου, γιατρέψτε μου την καρδιά μου, το σκώτι μου τον κολίτη μου >> και πάει λέγοντας. Μετά γαλήνια και σίγουρη ότι εισακούστηκε παραδινόταν στην αγκαλιά του ύπνου. Ένα βράδυ όμως την ακούω να ξανασηκώνεται φουριόζα και να λέει. <<Και πού είστε Άγιοί μου Ανάργυροι μην ξεχάσετε να γιατρέψετε και τα έρημά μου ποδάρια για να μπορώ να πρεβατώ>>. Νόνα μου εξακολουθώ να σαγαπώ όπως τότε και δεν ξεχνώ πόσο με γαλήνευε η γέρικη μα ζεστή αγκαλιά σου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου