Περπατώντας στό Αργοστόλι της σήμερον ημέρας κινδυνεύεις από στραβά καί ανάποδα. Από τά άναρχα καί εκτός χρόνου εργοτάξια, από αυτοκίνητα, από πατίνια, από ακαθαρσίες σκυλιών που έτσι και τίς πατήσεις κάνεις σκί στεργιανό και χειρότερο όλων κινδυνεύεις από τα απομεινάρια που στηρίζουν ομπρέλες και τραπέζια καί παραμένουν καρφωμένα στα πεζοδρόμια. Προεξέχουν τόσο πού δεν τα βλέπεις ακόμα καί άν διαθέτεις το μάτι του αετού. Σήμερα σκόνταψα σε ένα τέτοιο μαραφέτι στην περιοχή της λίμνης κοντά στη γέφυρα. Διέγραψα στον αέρα μιά ωραιότατη τοξοτή καμπύλη και είχα την μεγάλη τύχη να κάνω μιά προσγείωση καλύτερη από αυτές του Πετρούνια καί έτσι τη γλύτωσα φτηνή. Το σόκ όμως ήταν τέτοιο πού έτρεμα σαν να είχα πάρκινσον για πολλή ώρα, καί με βοήθησε να συνέλθω ένας Χριστιανός από το κρουαζιερόπλοιο. Αυτά τα ολίγα. Πού να βρώ το δίκιο μου όμως. Εγώ καί όλοι οι συμπολίτες μου.
Τρίτη 27 Μαΐου 2025
Τετάρτη 14 Μαΐου 2025
Σχολεία
<<Οκτώβριος 1920. Βαρδαραμάτου Διαμαντίνα του Σπυρίδωνος και της Ματίλδης. Μαθήτρια πρώτης 1ης τάξεως Δημοτικού Σχολείου Φαρακλάτων>>.
Πολλά χρόνια μετά έγινα το πέμπτο της παιδί καί το στερνοπούλι της. Μού έλεγε ότι στην πέμπτη και έκτη τάξη, είχε δάσκαλο τον Σπυράκη Κοσμάτο πατέρα της Σουσανίτσας και της Ελενίτσας. Δύο πανέμορφα κορίτσια πού πολλοί θα θυμούνται ότι έμεναν στο Αργοστόλι στη Δεβοσσέτου. Ο δάσκαλος λοιπόν ο οποίος ήταν και νονός της Διαμαντίνας, απαιτούσε από τα αγόρια της πέμπτης και της έκτης, να φοράνε σακκάκια . Άς ήταν τού πατέρα τους η αδελφού τους, ας ήταν μεγάλα τους, αρκεί να είναι πλυμένα και μπαλωμένα. Τα σακκάκια λόγω φτώχειας δεν ήταν εύκολη υπόθεση αλλά σεβαστές οι απαιτήσεις του δασκάλου μπάλωναν και ξαναμπάλωναν οι μανούλες της εποχής. Μιά μέρα λοιπόν συμμαθητής της μανούλας μου και πρώτος της ξάδελφος ο Βαγγέλης Λουράντος (του Καρούσου) πήγε σχολείο χωρίς σακκάκι. Εξοργισμένος ο Δάσκαλος ρώτησε τους λόγους και ο Βαγγέλης του είπε ότι το έπλυνε η μάνα του και ήταν βρεγμένο. Έστειλε λοιπόν τη Διαμαντίνα να επιβεβαιώσει άν έτσι έχουν τα πράγματα. Η μάνα του η Βασιλική ήταν αδελφή του πατέρα της. Τής είπε λοιπόν ότι το σακκάκι ήταν στεγνό και καθαρό αλλά αυτός αρνήθηκε να το φορέσει. Να το πείς του Δασκάλου σας. Πώς να προδώσει όμως τον συμμαθητή της πού ήταν καί πρώτος της ξάδελφος? Τον κάλυψε λοιπόν λέγοντας πώς όντως το σακκάκι ήταν μούσκεμα. Σε λίγο όμως όρμησε η θειά της η Βασιλική καί κατέδωσε το γιό της γιατί τού είχε πολλά μαζεμένα. Έφαγε ξύλο ο Βαγγέλης αλλά και η Μανούλα μου η οποία το έφερε βαρέως όλη της τη ζωή και δεν συγχώρησε ποτέ τον δάσκαλό της και Νονό της. Κέρδισε όμως τον θαυμασμό και την εκτίμηση των συμμαθητών της πού δεν έγινε ρουφιάνα. Με τον Βαγγέλη πού ζούσε στην Αθήνα αλλά ερχόταν καλοκαίρια στο χωριό μού έλεγαν την ιστορία τους με συγκίνηση και νοσταλγία.
Σάββατο 3 Μαΐου 2025
Κατοχή
Στά βαθειά της γεράματα η μανούλα μου, τότε πού οι άνθρωποι δεν καταγράφουν τα παρόντα τρέχοντα, μα θυμούνται με κάθε λεπτομέρεια τα παλιά, μου διηγιόταν ξανά και ξανά την περιπέτεια πού έζησε μέσα στον πόλεμο πρίν από τη γέννησή μου. Γερμανοί είχαν επιτάξει στα Φαρακλάτα, όλα τα ιπποειδή και τους κατόχους τους για αγωγιάτες, να κουβαλήσουν στη Σάμη πολεμοφόδια. Ο γάιδαρός της δεν ήταν κανένας Κυπραίικος νταβλαντισμένος με περγαμηνές αντοχών και ύψους γάιδαρος. Ήταν ένα τίμιο εργατικό μικρόσωμο ζωντανό, όμοιο με το ταπεινό γαιδουράκι στην ράχη του οποίου ανέβηκε ο Χριστός μας κατά την είσοδό του στα Ιεροσόλυμα. Στην ανηφοριά πρός Σάμη ακριβώς εκεί πού είναι το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία πού ανήκει στα Φραγκάτα, το ζωάκι της λύγισε από το βάρος και γονάτισε. Εκείνη για να το ξεκουράσει απερίσκεπτα αφαίρεσε μέρος του φορτίου (κιβώτιο με όπλα) με τη βοήθεια συγχοριανών το κατέβασε στο εκκλησάκι και το άφησε στην αυλή του. Φτάνοντας στη Σάμη όπου έγινε καταμέτρηση απο τους Γερμανούς για το κιβώτιο πού έλειπε, με συνοπτικές διαδικασίες αποφάσισαν ατάκα και επιτόπου να εκτελέσουν τη μανούλα μου με την κατηγορία ότι τα έκρυψε για να τα πάρουν οι αντιστασιακοί. Ο Κώστας ο Κρούσσος πατέρας του Σπύρου, έκανε χρέη διερμηνέα για τούς Γερμανούς. Έδωσε μεγάλη μάχη για να τη σώσει από την εκτέλεση και κατάφερε να τούς πείσει για την αθωότητά της. Δέχθηκαν λοιπόν με συνοδεία δύο Γερμανών να τους οδηγήσει εκεί πού άφησε το κιβώτιο. Μαζί της πάντα ο Κώστας της έδινε κουράγιο και δύναμη. Από τους χωριανούς της στάθηκε κοντά της και η γειτόνισά της Λεμονιά Πολλάτου (του ξυλιά) προγιαγιά των παιδιων πού έχουν τη Γόνδολα στην πλατεία. Η απόφαση είχε ως εξής: Άν το κιβώτιο βρεθεί στη θέση πού δήλωσε ότι το άφησε θα την αφήσουν ελεύθερη. Άν λείπει θα εκτελεστεί επί τόπου στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία .Καταλαβαίνετε τη μαρτυρική διαδρομή ώσπου να φτάσουν και όντως να βρεθεί το κιβώτιο στη θέση του. Με λυγμούς καβάλα στο γαιδουράκι της και τη Λεμονιά καβάλα στο δικό της, επέστρεψαν στα σπίτια τους. Μού έλεγε ότι όλο της το σώμα γέμισε φουσκάλες με λευκό υγρό. Στίς προσευχές της συχνά μνημόνευε τον Κώστα τον Κρούσσο και τη Λεμονιά.