Παρασκευή 6 Απριλίου 2018

Τραγούδι άγνωστου πατρός

Όταν πέθανε η εκ πατρός γιαγιά μου (η γλυκειά μου νόνα Χριστοθέα) ήμουν 12 χρονών. Μοιραζόμασταν ένα μικρό δωματιάκι, με τα κρεβάτια μας σε απόσταση αναπνοής. Πολλές νύχτες μετά από φασολάδες (συχνό πιάτο της φτώχειας), λόγω της ηλικίας της η ανάγκη της να ανακουφιστεί, υπερίσχυε των κανόνων καλής συμπεριφοράς, και αμόλαγε ξεγυρισμένες ομοβροντίες. Ξύπναγα όχι τόσο από τις κανονιές αλλά από την απαίσια μυρωδιά που τρύπωνε στα ρουθούνια μου. Έξαλλη της έλεγα <<Αύριο θα πώ της μάνας να κουβαλήσει το κρεβάτι μου στο σταύλο. Θα κοιμάμαι με το γάϊδαρό μας τον Δημοκράτη και τη γουρούνα μας την Καλλιρόη>>. Γέλαγε καλωσυνάτα και μου έλεγε <<Έλα τώρα κλείσε τα μάτια σου και θα σού πώ το τραγούδι της πορδής που μούλεγε η δικιά μου νόνα>>. Δεν το άκουσα ποτέ ολόκληρο γιατί μέ έπαιρνε αμέσως ο ύπνος. Πρίν λίγες μέρες το έλεγα στην υπέργηρη γειτόνισσά μου Λαμπρούλα Πολλάτου 93 χρονών και μού είπε ότι και η δικιά της νόνα τής έλεγε το τραγούδι της πορδής. Όχι μόνο το θυμάται αλλά και το έγραψε σε σχολικό της τετράδιο το οποίο ακόμα έχει. Μού το έδωσε η κόρη της Μαρία και το μοιράζομαι μαζί σας γιά να θυμηθούμε όλοι μαζί υπέροχες νόνες καί προνόνες μιάς μακρυνής απλούστερης εποχής. Τότε που τα παιδιά κοιμόνταν με τις  νόνες τους και έπαιρναν και έδιναν πολλή αγάπη. Τόση που και η μυρωδιά της πορδής ξεχνιόταν γρήγορα.

                      Πορδούλα καλώς εφάνης  να ζήσει εκείνος πού σέ βγάνει.
                     ή βροντιστούλα ή φυσιστούλα, να χαιρετιέσαι πρέπει όταν βγαίνεις
                     γιατί πλούσιος Λόρδος καί Μεγάλος, άν είχε κλάσει δεν θάχε σκάσει.

Πέμπτη 1 Μαρτίου 2018

Μετανάστες

Ο πρώτος μετανάστης της δικής μου οικογένειας ήταν ο πατέρας της μάνας μου ο Σπύρος Βαρδαραμάτος (ρέμπελος). Ο υπέροχος νόνος μου έφυγε το 1919 αφήνοντας πίσω τρείς κόρες με πρώτη τη μάνα μου Διαμαντίνα μόλις πέντε χρονών, την Κατερίνα τριών και τη Φωτούλα ενός.
Δύσκολα τα πράγματα τότε πέρασαν αρκετά χρόνια για να  μπορέσει να προσκλήσει την οικογένειά του Τα κατάφερε το 1934 αλλά η μάνα μου ήταν ήδη παντρεμένη από τα δεκαέξι της και είχε το πρώτο της παιδί. Έτσι δεν μπόρεσε τότε να φύγει. Ο μεταναστευτικός νόμος ούσα παντρεμένη δεν της έδινε προτεραιότητα. Χρόνια μετά έφυγε η πρώτη μου αδελφή, μετά το σεισμό έφυγαν και τα άλλα δύο μέλη της οικογένειας, κάπιοα στιγμή και οι γονείς μου με τελευταία μετανάστρια εμένα που με κάλεσαν αμέσως οι Γονείς μου επειδή ήμουν ανήλικο παιδί.
Τον πρόλαβα το νόνο μου και τον λάτρεψα. Δεν είχε ποτέ γυρίσει στην Ελλάδα παρ'όλο που είχε πολλές αδελφές και αδελφό αλλά τον ξεσήκωνα εγώ μιλώντας του για τις αδελφές του και νοστάλγησε να τις ξαναδεί. Είναι πολλές αλλά αναφέρω εκείνες που αγαπούσα πολύ. Θεία Μαρία Μαρκεσίνη (μάνα της Θάλειας Μαρκεσίνη-Λυκούδη), Βασιλική Λοράνδου (γιαγιά του Αλέκου του κρεοπώλη) Και του Νικόλα έμπορα εκκλησιαστικών ειδών και ακόμα πολλές άλλες. Φτιάξαμε διαβατήριο μές τη χαρά έτοιμος για την επιστροφή το 1965, τον πρόλαβε οξύ έμφραγμα και έφυγε για άλλο προορισμό.  Στην κηδεία του τον έψαλλε και ο Διονύσης Κωνσταντάκης (πατέρας του Άγγελου) φίλος μας αλλά και του νόνου μου φίλος. Ο ιερέας θυμάμαι εξοργιζόταν που ο Διονύσης έψαλλε όπως στο χωριό χωρίς να παραλείπει τίποτα.  Τού έκανε συνέχεια νοήματα να συντομεύει. Κατά την ανάγνωση της Αποστολικής Περικοπής που με δάκρυα διάβαζε ο Διονύσης του λέει από το Αγιο Βήμα  <<τέλειωνε αγαπητέ μου>>. Έξαλος ο Διονύσης του λέει << Άκου ωρέ αν βιάζεσαι πάρε φύγε. Θα πώ εγώ τα δικά σου. Ο παπούς μου ήταν ιερέας και εγώ σκοληταρούδι του (έτσι λέγανε τα παιδιά του Ιερού). Μπορώ να κάνω και τον παπά.>>  Πού να τολμήσει να μιλήσει άλλο. Λούφαξε στο Ιερό. Μέχρι και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι πού μιλάνε για αυτό το κάζο. Έλαβε χώρα στο Binghampton New York στον ιερό Ναό Αγίας Τριάδος.

Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018

Αποκριάτικα

Ο πατέρας μου ήταν πολέμιος του χορού και του γλεντιού. Ιδιαίτερα σοβαρός ίσως και λίγο ντροπαλός δεν πήγαινε ποτέ στα χορευτικά δρώμενα του χωριού μας. Με το που άνοιγε λοιπόν το Τριώδιο άρχιζε τις φοβέρες. Μια που είχαν μεταναστεύσει τα αδέλφια μου και είχα μείνει μοναχοπαίδι, οι φοβέρες προορίζονταν αποκλειστικά για μένα. <<Προσέξτε καλά μη σας δώ μες στους δρόμους να χορεύετε σα μόμολες. Δεν θέλω η θυγατέρα μου να γίνει τραγουδίστρα και χορεύτρα. Θέλω μόνο να μάθει γράμματα. Αν πάτε θα σας κόψω τα πόδια>>. Κοριτσάκι εγώ έκλαιγα για μέρες. << Άστονε να λέει παιδάκι μου τον πατέρα σου. Εμείς θα πάμε και θα μείνει στην κακιά του χάρη>> μέ παρηγόραε η μάνα. Και έτσι γινόταν κάθε χρόνο. Πέρναγε από το χοροστασιό μάς έριχνε άγριες ματιές μα ποτέ δεν μας τράβηξε για το σπίτι. Ξέραμε όμως ότι στό σπίτι μας περίμενε καυγάς βαρύς. Μόνο λόγια βέβαια γιατί ποτέ δεν φάγαμε από τον πατέρα μας ούτε χαστούκι. Η μάνα φρόντιζε για τα ησυχώτερα. Μη μας ακούσει και η γειτονιά πού κρυφάκουγε.
Επιστρέφαμε λίγο πριν γυρίσει ο πατέρας από το καφενείο. Η μάνα ξάπλωνε στο κρεβάτι δίπλα σε μια καρέκλα είχε μια λεκάνη με νερό και εγώ έβρεχα μια καθαρή πετσέτα, την έστιβα καλά και την έβαζα στο κεφάλι της (σύμφωνα με τις οδηγίες της).Κολπάκια δηλαδή. Με το πού έμπαινε ο πατέρας και βρυχάτο σαν θηρίο ανήμερο, μόλις  έβλεπε τη μάνα με την πετσέτα στο κεφάλι και εμένα με ύφος μικρού ορφανού, πάγωνε. <<Τι συμβαίνει Διαμαντίνα μου>>? <<Δεν καταλαβαίνεις Σπύρο μου τι συμβαίνει? Τα καταραμένα γυναικολογικά μου>>. Μαγικές λέξεις και το θηρίο μας γινόταν αρνάκι. Κάθε χρόνο η ίδια ιστορία παιζόταν για να μη στεναχωρηθώ εγώ αλλά και γιατί η μάνα λάτρευε το γλέντι. Το περίεργο είναι ότι στα βαθειά του γεράματα ο πατέρας πού ίσως έχανε λίγο λάδια, τραγουδούσε με στεντόρια φωνή παλιά τραγούδια με προτίμηση στο <<σαν πάει με το γαϊδουράκι τα φρούτα της στην αγορά>> και χόρευε φοξ τρότ τέλεια. Γονείς μου λατρεμμένοι Άγια η Ψυχούλα σας.

Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2018

2020 Έτος Μελίνα Μερκούρη

Μιά Γυναίκα πού απρόκλητα και τυχαία έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή μου δύο φορές. Το 1968 που έκανε τον αγώνα της κατά της δικτατορίας με το κόκκινο φόρεμά της, και μαζί της φωνάζαμε και εμείς οι νέοι που είχαμε σχέση με το τότε Π.Α.Κ. και διαδηλώναμε στην πέμπτη λεοφόρο στη Νέα Υόρκη. Ήταν η χρονιά που ζήτησα εργασία στο μεταφραστικό τμήμα του Δικαστηρίου στη Νέα Υερσέη. Έδωσα τις απαιτούμενες Ακαδημαϊκές εξετάσεις, πέτυχα σε όλες και απέμενε η συνέντευξη (το γνωστό Ίντερβιού) με τον προσωπάρχη πολύ καθοριστική. Μέ ρώτησε πολλά και διάφορα και αιφνιδιαστικά μού είπε <<Συμφωνείς με τις ύβρεις πού εξαπολύει για τους Αμερικανούς η Μελίνα Μερκούρη>>? Πάγωσα γιατί παιζόταν η πρόσληψή μου. Με σθένος όμως του απήντησα <<συμφωνώ και επαυξάνω>>. Σηκώθηκε όρθιος και με θερμή χειραψία μου ανακοίνωσε <<Προσλαμβάνεσαι>>. Το 1994 ήλθε στο Αργοστόλι για τα εγκαίνια του Θεάτρου μας και είχα τη χαρά να τη φιλοξενούμε στο Ιόνιαν Πλάζα όπου ήμουν προϊσταμένη Υποδοχής. Ήταν τότε βεβαρυμένη η υγεία της πολύ .Έμεινε κοντά μας  μιά εβδομάδα και  κατέβαινε στη ρεσεψιόν για τον απογευματινό της καφέ τον οποίον δεν ήθελε στο δωμάτιό της αλλά στο σαλόνι  γιά να κουβεντιάζει μαζί μου. Ήμουν τότε κοινοτική σύμβουλος στα Φαρακλάτα επί προεδρίας Κώστα Καλογηράτου. Της μίλησα για ένα σχολείο που στάθηκε όρθιο στο σεισμό του 1953. Ένα υπέροχο νεοκλασικό που θέλαμε να γίνει πολιτιστικό κέντρο αλλά δεν υπήρχαν χρήματα. <<Τίποτα δεν γίνεται χωρίς καλή μελέτη>> μου είπε. Εμείς είχαμε κάνει μιά θαυμάσια μελέτη που κόστισε τότε οκτακόσιες χιλιάδες δραχμές. <<Να μου τη φέρεις να την πάρω μαζί μου>> μου είπε. << Έχεις το λόγο μου θα την προωθήσω αμέσως και θα πάρετε επιδότηση>>. Ο άνδρας της τηλεφώναγε κάθε μέρα και πριν τον συνδέσω μαζί της με ρώταγε πώς τη βλέπω. Την ημέρα που με αποχαιρέτησε της είπα <<θά εγκαινιάσετε καί το δικό μας πολιτιστικό κέντρο.>> Και μου απάντησε <<Όχι Καλή μου. Φεύγω αμέσως για Αμερική επειδή επιμένει ο Τζούλη μου. Θα επιστρέψω όμως στην Ελλάδα όχι με τους επιβάτες αλλά με τις αποσκευές. Είμαι όμως ευτυχισμένη που τελευταία πράξη μου ως Υπουργός Πολιτισμού και κυρίως ως καλιτέχνιδα, είναι τα εγκαίνια ενός υπέροχου Θεάτρου σε ένα υπέροχο νησί>>. Πράγματι επαληθεύτηκε η προφητεία της. Με πολύ γοργούς ρυθμούς μας δόθηκε η επιδότηση και το όμορφο  αυτό διατηρητέο έγινε το πολιτιστικό μας κέντρο. Θα τη θυμάμαι πάντα. Μονίμως όμως με το τσιγάρο της άσβεστο. Ήταν  τό πάθος της δυστυχώς.

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

Σήματα Μόρς

Εκείνον τον Σεπτέβρη του 1939 δυό πρωτοξάδελφα γεννήθηκαν σχεδόν την ίδια ώρα. Ο δικός μου Γιώργος Πολλάτος του Ευαγγέλου (της φωτό.) και ο ξαδέλφος του Μάκης Πολλάτος του Κωνσταντίνου. Συχνά μου έλεγε η πεθερά μου ότι ο πρακτικός μας γιατρός ο Νίκος Κοσμάτος έφευγε από την πεθερά μου για νά παρακολουθεί την πορεία και της κουνιάδας της επιτόκου. Τα δυό παιδιά μεγάλωσαν μαζί τέλειωσαν τα σχολεία τους μαζί, σπούδασαν μηχανικοί Εμπορικού Ναυτικού υπηρέτησαν στο Πολεμικό Ναυτικό μαζί και μαζί έκαμαν το πρώτο τους μπάρκο. Σε διαφορετικά βέβαια καράβια των Βεργωτέων.  Στην πορεία συγχρόνως πήραν το πτυχίο του τρίτου του δευτέρου και πάει λέγοντας. Εκ των πραγμάτων λοιπόν δεν μπόρεσαν ποτέ να συνυπάρξουν στο ίδιο καράβι. Είχαν δε πικρία που ποτέ δεν έτυχε να βρεθούν σε κάποιο λιμάνι του κόσμου ενώ με πολλούς άλλους Κεφαλονίτες διασκέδασαν σε μπάρ λιμανιών. Κάποτε στο Τόκυο, ο Γιώργος συναντήθηκε με το Μάκη το Σολδάτο  καπετάνιο, (ο πατέρας του έφτιαχνε παπούτσια) σε μαγαζί στο κυνήγι πεταλούδων,  και μέχρι που πέθανε ο Μάκης κάθε φορά που τον βλέπαμε ταξίδευαν σε αυτή τη συνάντηση. Ώσπου μιά αξέχαστη μέρα τον ενημέρωσε ο Μαρκόνης ότι τα δύο Βεργωτέϊκα καράβια θα διασταυρώνονταν αρκετά κοντά,  στη θάλασσα της Κίνας. Συνενοήθηκαν οι δύο Μαρκόνηδες και ανέβηκαν τα δυό ξαδέλφια στο κατάστρωμα και ειδωθήκανε με αυτόν  τον  αναπάντεχο τρόπο. Είδαν τα σώματά τους σαν σχήματα  γιατί η απόσταση δεν επέτρεπε καθαρή εικόνα. Σφύριξαν τα καράβια τους και με καθρέφτες έστειλαν και οι δύο τα δικά τους σήματα Μόρς. Ο Μάκης ζεί στην Αμερική. Όταν έρχεται το θυμούνται και κλαίνε. << Τόση συγκίνηση>> μού λέει ο Γιώργος, <<δεν θα ένοιωθα ακόμα και άν συναντούσα την αδελφή του Μέγ'Αλέξανδρου τη γοργόνα>>. Νομίζω κάθε Ναυτικός θα συμφωνούσε μαζί του. Τις πιό όμορφες ιστορίες τις γράφει η Ζωή.

Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2018

Πρωτοχρονιές σε λιμάνια ξένα

Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1967 Ο μαστροΓιώργης Πολλάτος βρέθηκε σε μακρυνο λιμάνι. Το βράδυ βέβαια βγήκε με τούς συναδέλφους μηχανικούς και τον καπετάνιο του (Ο Λευκαδίτης Διονύσης τέως Νομάρχης) για ξεφαντώματα , μεθύσια, χορό και κυρίως πρός άγραν πεταλούδων της νύχτας. Λίγο πριν χαράξει έπρεπε να επιστρέψουν στο καράβι τους. Ο μαστρογιώργης θα κατέβαινε στη μηχανή στις έξι το πρωί. Στο δρόμο ξέμεινε λίγο από την παρέα του για να καταβρέξει ως κάνουν και τα σκυλιά ένα τοίχο σε κατασκότεινο δρομάκι. Αφού ανακουφίστηκε συνέχισε την πορεία του προς  το καράβι τρεκλίζοντας σαν τον Ορέστη Μακρή στην ταινία (Ο μπεκρής) για να βρεθεί ξαφνικά μέσα σε ένα λάκκο δύο μέτρων και βάλε. Ο πόνος του πήρε για αρκετή ώρα τη μιλιά. Όταν συνήλθε οι υπόλοιποι μεθυσμένοι βρίσκονταν  ξεροί στα κρεβάτια τους. Τις κραυγές του άκουσε μια από τις πεταλουδίτσες που σχόλασε, και κάλεσε ενισχύσεις. Τον οδήγησαν στο καράβι του σε αθλία κατάσταση. Ο απολογισμός τρία ραγισμένα πλευρά και μώλωπες σε διάφορα σημεία του σώματος. Αυτό που τόν έσωσε από ρήξη πνευμόνων ήταν μιά πολύ φαρδιά και παχυά ζωστήρα, πολύ στη μόδα τότε με τα παντελονια καμπάνα. Τα κοφτερά μυτούλια στο χείλος του λάκκου είχαν τρυπήσει τη ζώνη σε πολλά σημεία. Με λίγα λόγια είχε Άγιο. Ξέρω πως κάθε φορά που άραζαν στο συγκεκριμένο λιμάνι η πεταλουδίτσα ανέβαινε στο καράβι και όταν ο μαστρογιώργης κατέβαινε στη μηχανή έδινε εντολή στον καμαρώτο του να της πάει πρωινό στην καμπίνα του. Βέβαια δεν μου πέφτει λόγος γιατί η δική μας σχέση ΄ξεκίνησε πολύ αργότερα  και πολύ εκτιμώ το γεγονός ότι πάντα σεβόταν και εκτιμούσε τη γυναίκα όποια και άν ήταν. . Πιθανόν  η πεταλούδα να είναι ήδη σε τόπο χλοερό. Άν είναι έτσι Θεός σχωρέστην. Άν ζεί ώρα της καλή που  γλύτωσε το Γιώργο μου.

Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου 2017

Πειστήριο εγκλήματος

Πρόσφατα είχα τη χαρά να παραστώ στο γάμο ενός αγαπημένου κοριτσιού πού το γνωρίζω από τη στιγμή της γέννησής του. Σχεδόν πάντα μένω με την αίσθηση ότι οι σημερινοί γάμοι (σαν τελετή εννοώ) έχουν διαφορετικό ύφος και πιθανόν καμία βαρύτητα ως Μέγα Μυστήριο της Εκκλησίας. Μπορεί όμως να κάνω λάθος. Δεν ξέρω αν ακούει κανείς του <<Παύλου το ανάγνωσμα>> ή την Ευαγγελική περικοπή σπουδαία και τα δύο αφού <<Το Μυστήριο τούτο Μέγα εστί>>. Επικρατεί μάλλον μια εικόνα επιθεώρησης που όλοι σχεδόν γελάμε και φωνάζουμε. Βέβαια σημασία έχει ότι η αγάπη οδήγησε το ζευγάρι στην εκκλησία και αυτό από μόνο του μετράει αλλά εμείς οι πιο παλιοί πάντα ακόμη και άθελά μας ταξιδεύουμε πίσω όπως θα κάνουν και τα νεοσύστατα ζευγάρια όταν γεράσουν.
Παλιά οι γάμοι γίνονταν στο σπίτι της νύφης και μετά το μυστήριο οι καλεσμένοι από την πλευρά του γαμπρού έφευγαν με το ζευγάρι για το τραπέζι του γαμπρού, και η ομάδα της νύφης έμενε για φαγητό στο πατρικό της. Τα κορίτσια παντρεύονταν τότε πολύ μικρές και πολλές είχαν τη λαχτάρα της προσμονής αλλά και τον τρόμο του άγνωστου για τις περισσότερες σαρκικού έρωτα. Υπήρχαν όμως και εκείνες που οδηγούνταν στο μυστήριο έχοντας ήδη <<καρπόν κοιλίας>> γιατί τα νιάτα όλων των εποχών είναι νιάτα και ο έρωτας φτιάχτηκε για τους Νέους.
Είχαμε και την παρουσίαση του σεντονιού με το πειστήριο του εγκλήματος. Φοβερό και τρομαχτικό πειστήριο το Αίμα σε κάθε μορφή εγκλήματος. Θυμάμαι μια περίπτωση στη γειτονιά μας που αφού πέρασαν τρείς μέρες χωρίς τις αποδείξεις ήλθε ακόμα και η μητέρα της νύφης και της φώναζε έξω από το σπίτι ότι   την ντρόπιασε. Ο υπέροχος γαμπρός βγήκε έξω και φώναξε σε όλους ότι αυτός δεν είχε ακόμη τολμήσει να πλησιάσει την νεαρή του γυναίκα. Τόσο γενναία πράξη εκ μέρους του. Αποτέλεσμα σίγουρα της απειρίας και των δύο. Ευτυχώς αυτά έχουν φύγει ανεπιστρεπτί αλλά σαν ανάμνηση έχουν τη γοητεία τους για μας που τα βιώναμε..