Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου 2016

Ανεμόμυλοι



 Να δανειζόμαστε γαϊδούρια από τούς γείτονές μας ήταν σύνηθες. Μια φορά για να αλέσουμε το στάρι μας έπρεπε να πάμε στο Ληξούρι που είχε πολλούς ανεμόμυλους. Ήταν όμως μακρυά και δεν ήταν εύκολο να πάμε και να ξαναπάμε. Έτσι πήραμε έξι από τους γειτόνους μας και ένα το δικό μας εφτά γαϊδούρια και κατά τις δύο τη νύχτα ξεκινήσαμε για Ληξούρι. Δεμένα το ένα πίσω από το άλλο στη γραμμή και οδηγός το δικό μας ο Δημοκράτης μας με τη μάνα καβάλα στο σαμάρι και εγώ στα καπούλια. Στο μύλο. Αλέσαμε ωραία και καλά όλο μας το στάρι φορτώσαμε το αλεύρι μας καβαλικέψαμε πάλι τον Δημοκράτη μας και ξεκινήσαμε για το σπίτι μας. Η μάνα καλού κακού είπε να μετρήσει τα ζωντανά μια πού ήταν ξένα. Μέτραγε ξαναμέτραγε μα τα εύρισκε έξι. Άρχισε λοιπόν να φωνάζει <<Νέρο νέρο νέρο>>. Αυτό σημαίνει νερό νερό νερό. Τα γαϊδούρια στο άκουσμα αυτό γκάριζαν όλα μαζί για να πιούν. Από τα πολλά γκαριξίδια βγήκε ο μυλωνάς ανήσυχος να δεί τι τρέχει. Η μάνα απελπισμένη να ωρύεται για το ζωντανό που χάθηκε. <<Ήλθα με εφτά και φεύγω με έξι. Τι θα απογίνω>>. <<Μα βρε ευλογημένη μου εφτά είναι τα ζωντανά σου. Έχασες το μυαλό σου. Ξαναμέτρατα>>. Ξαναμέτραγε η μάνα πάλι έξι της βγαίνανε. <<Μήπως αποφάσισες να με κουρλάνεις ρε γυναίκα μου>> έλεγε ο μυλωνάς. Με τα πολλά και ύστερα από πολλή σκέψη της λέει <<Βρε Χριστιανή του Θεού το γαϊδούρι πούχετε καβαλικέψει το μετράς>>? Και λύθηκε επιτέλους το μυστήριο της εξαφάνισης και γυρίσαμε σπίτι μας με το αλευράκι μας αλλά και με το ρεζιλίκι μας. Δεν είπαμε λέξη σε κανέναν. Εμείς οι δύο και ο Δημοκράτης μας γνωρίζαμε το κάζο.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου